ΑΝΑΖΗΤΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΕΜΠΝΕΥΣΗ
Εδώ και μέρες προσπαθώ να συνταιριάξω λέξεις και να ξεκινήσω επιτέλους εκείνο το βιβλίο που όλο λέω ότι θα ξεκινήσω και όλο στα λόγια μένει. Αλλά σήμερα το πήρα απόφαση.
Με τον καφέ μου στο χέρι βγήκα στο μπαλκόνι, κοίταξα μια μακριά όσο φτάνει το βλέμμα και μετά πιο κοντά.
Στη γωνιά του δρόμου που μένω έχει ανοίξει εδώ και χρόνια ένα μικρό χαριτωμένο καφέ. Μαζεύει συνήθως νεολαία αλλά τις πρωινές ώρες βρίσκεις και πιο κοντά στην ηλικία μου. Όπως το ζευγάρι που κάθεται στο πιο ακριανό τραπέζι. Ντύσιμο καλοκαιρινό, μαυρισμένοι, σίγουρα τουρίστες. Έχουν επιλέξει ο ένας ελληνικό καφέ και η κοπέλα κάποια γρανίτα, απολαμβάνουν τα ποτά τους αργά και κοιτώντας το γύρω χώρο κουβεντιάζουν. Δυσκολεύομαι να καταλάβω τι λένε, εμ όταν χρειάστηκαν εκείνα τα μαθήματα χειλαναγνωσίας εγώ προτίμησα τσάρκες με την τότε κοπέλα μου στο δάσος. Πάρτα τώρα!
Δυο τραπέζια πιο δίπλα κάθεται ο Μηνάς, ο μικρότερος γιος του μεγαλοδικηγόρου και γείτονα μου Σταματάκη. Όσο σοβαρός και κύριος είναι ο πατέρας, τόσο τζερεμές είναι ο γιος. Πρώτος στο έξω, στα νέα αμάξια, στα ρούχα φίρμες και από τους πιο επίμονους κορτάκηδες της περιοχής. Θηλυκή γάτα δεν έχει αφήσει στην ησυχία της, πολλές φορές κινδύνεψε να φάει ξύλο αλλά μυαλό δεν έβαλε. Τώρα το μάτι του έπεσε στην τουρίστρια και άρχισε να την φλερτάρει, διακριτικά όμως στην αρχή. Α τον αθεόφοβο, θα μας κάνει ρεζίλι και διεθνώς με τα καμώματα του.
Κάθομαι καλύτερα για να μπορώ να βλέπω πιο καλά το καφέ. Νομίζω ότι βρήκα τον ήρωα μου, για να δούμε αν ο Δον Ζουάν της κακίας ώρας θα τη βγάλει καθαρή αυτή τη φόρα. Σηκώνει το γυαλί, την γλυκοκοιτάζει, της χαμογελάει. Η κοπέλα στην αρχή τον πέρασε για κάποιον από τους ευγενικούς Έλληνες που θέλουν να σε κάνουν να νιώσεις καλά στον τόπο τους. Αλλά πλέον από την έκφραση του προσώπου της φαίνεται ότι κατάλαβε τις προθέσεις του νεαρού. Τώρα να δεις θα τα πει στον σύντροφο της και εκείνος θα στον περιλάβει το Μηνά και δεν θα μείνει τίποτα.
Αντιθέτως βλέπω εκείνη να σηκώνεται, να το πλησιάζει χαμογελώντας, να σκύβει προς το μέρος και κάτι να του λέει. Το χαμόγελο έσβησε από τα χείλι του, έγινε κατακόκκινος και το χέρι του ενστικτωδώς ακούμπησε τον καβάλο του. Η κοπέλα χωρίς ίχνος αλλαγής στην έκφραση της γύρισε πίσω, κάθισε και απάντησε κάτι στην πιθανή ερώτηση του φίλου της.
Ο νεαρός Σταματάκης φώναξε το σερβιτόρο, πλήρωσε και χωρίς να γυρίσει να τους δει έφυγε με βήμα ταχύ προς την αντίθετη κατεύθυνση. Το ζευγάρι κάθισε λίγο ακόμα μέχρι που τελείωσαν τα ποτά τους. Όταν όμως φώναξαν το σερβιτόρο από τις κινήσεις του σώματος και από τις διαφορετικές εκφράσεις που πήρε ο καθένας τους κατάλαβα το προφανές. Ήταν όλα κερασμένα.
Εμ Μηνά μου τα λάθη πληρώνονται, έπρεπε κάποια στιγμή να το μάθεις. Αυτό είναι , μου ήρθε και η ιδέα και ο ήρωας. Με ένα σμπάρο δυο τρυγόνια. Ας στρωθώ τώρα που τα έχω ζεστά γιατί που θα βρω τέτοιο περιστατικό ξανά; Τελικά σωστή η απόφασή μου να βγω σήμερα στο μπαλκόνι.