EKEINH TH NYXTA
Υπάρχουν στιγμές που φτάνεις στα όρια σου. Τότε οι γραμμές ανάμεσα στη λογική και την τρέλα, στο σωστό και στο λάθος είναι τόσο λεπτές, σχεδόν δεν φαίνονται. Ότι γίνεται εκείνες τις στιγμές μπορεί να το θυμάσαι πεντακάθαρα ή να έχει δημιουργηθεί ένα κενό που όσο και να προσπαθείς δεν μπορείς να το καλύψεις.
Σε αυτή τη στιγμή βρέθηκε εκείνη τη μέρα η Λουκία.
Υπάλληλος εδώ και χρόνια σε μια διαφημιστική εταιρία, είχε δείξει πολλές φορές το ταλέντο της και με την αξία της βρέθηκε στην ομάδα του Ξάνθιππου. Ήταν ο ανιψιός του διευθυντή, με ένα κατάλευκο χαμόγελο και ακατάσχετη λογοδιάρροια αλλά μέχρι εκεί. Στο δημιουργικό κομμάτι είχε μαύρα μεσάνυχτα. Ήξερε απλά κάτι μέσες άκρες, όσα χρειαζόταν για να μπορεί να κάνει τις ανάλογες συζητήσεις και τις παρουσιάσεις του συμβουλίου, αλλά τίποτα πάρα πάνω. Για τη δουλειά αυτή είχε την ομάδα του. Εκείνοι έκαναν όλη τη δύσκολη δουλειά, έβγαζαν τα μάτια τους μπροστά στις οθόνες και εκείνος απλά ενέκρινε ή απέρριπτε τις ιδέες τους, τον κόπο τους, σύμφωνα μα τα δικά του ιδιόρρυθμα κριτήρια. Και όταν όλα πήγαιναν κατ' ευχή έπαιρνε τα εύσημα και κορδωμένος γυρνούσε και ευχαριστούσε πολύ τυπικά τους συνεργάτες του για την καλή ομαδική δουλειά. Αν όμως τα σχόλια δεν ήταν θετικά ή υπήρχε κάποια παράπονα από τον πελάτη, άστραφτε και βρόνταγε. Οι φωνές του ακουγόταν σε όλο τον όροφο και το λεξιλόγιο του πολλές φορές ξεπερνούσε τα όρια του κόσμιου.
Αυτός λοιπόν ο άνδρας έφτασε εκείνο το βράδυ στα όρια της την Λουκία. Την είχε επιλέξει, για κακή της τύχη, σαν υπεύθυνη της ομάδας για εκείνο το project. Συγκέντρωνε όλο το υλικό, το παρουσίαζε και αφού έπαιρνε τις ιδέες του Ξάνθιππου , βλακείες τις περισσότερες φορές, μαζί με παρατηρήσεις του γύριζε στους συναδέλφους. Από την έκφραση της και μόνο καταλάβαιναν τι θα ακολουθούσε.
Έμεναν λίγες μέρες και δυο από τους συναδέλφους είχαν αρρωστήσει και αναγκαστικά δούλευαν από το σπίτι. Η μια είχε και δυο παιδιά που δεν την άφηναν να συγκεντρωθεί και ο χρόνος έτρεχε. Είχε αγχωθεί περιμένοντας και είχε και τον Ξάνθιππο να περνάει με ύφος χιλίων καρδιναλίων και να την ρωτάει:
«Γιατί αργούμε, team leader; Σου πήραν τον αέρα οι υπόλοιποι; Πολύ λάσκα τους έχεις»
Συγκρατούσε όλα όσα ήθελε πραγματικά να του πει και έβρισκε κάθε φορά κάτι πει. Οι συνάδελφοι μέσα στο χρονικό όριο τέλειωσαν τα δικά τους κομμάτια και στο τέλος έμεινε μόνο εκείνη και περιμένει την απάντηση της άρρωστης μητέρας. Ο Ξάνθιππος έμεινε κι αυτός στο γραφείο περιμένοντας και το συνδύασε με το σερφάρισμα σε κάποιες από τις εφαρμογές γνωριμιών που χρησιμοποιούσε αρκετά.
Όταν επιτέλους η Λουκία πήρε το τελευταίο email και ταίριαξε τα στοιχεία είχε νυχτώσει για τα καλά. Τα πήγε στο γραφείο του και τον βρήκε να έχει ανοίξει ένα μπουκάλι ουίσκι, να ακούει το πρόγραμμα του Πλούταρχου και να παίζει Τέξας πόκερ. Σκοτωνόταν στη δουλειά, σκέφτηκε. Εκείνη της είχε κλείσει το στομάχι από το άγχος και τα μάτια της πονούσαν και εκείνος της παραπονέθηκε ότι είχε έρθει σε λάθος στιγμή, γιατί ήταν στη μέση μιας καλής παρτίδας.
Φάνηκε ευγενική εξηγώντας του ότι είχε φέρει όλα εκείνα που της είχε ζητήσει και ήταν κάτι που έπρεπε να ολοκληρωθεί για να είναι έτοιμη η πρόταση στον πελάτη, ότι θα έπρεπε να ήξερε κι εκείνος δηλαδή. Αφού με ξινισμένη μούρη πήρε το φλασάκι για να τα δει, λίγα κλικ έφταναν για την κοιτάξει με γουρλωμένα μάτια.
«Τι είναι αυτά; Αυτά ζήτησα;»
«Μάλιστα κύριες Ξάνθιππε. Έχω εδώ τις σημειώσεις…»
«Ότι θες ακούς φαίνεται! Άλλα λέω, άλλα γράφεις! Δεν θα έλεγα ποτέ να κάνετε αυτά στη μακέτα! Πάει θα χάσω τη δουλειά και θα φταις εσύ!»
Σηκώθηκε, με το ποτό στο χέρι και άρχισε να την 'στολίζει' για ότι μπορούσε να θυμηθεί. Το κεφάλι της πονούσε, είχε γίνει κόκκινη από τον θυμό της και είχε αρχίσει να της φαίνεται ιδανική η θέση που στεκόταν ο Ξάνθιππος, δίπλα στο μισάνοιχτο παράθυρο.
Η διακοπή του ρεύματος έφερε ένα σκοτάδι τόσο στο χώρο όσο και στην ψυχή της. Όλα θόλωσαν και το επόμενο που θυμόταν ήταν να την βρίσκουν λιπόθυμη στο γραφείο της.
Η εταιρία θρήνησε τον άξιο διευθυντή που λόγο μιας κακιάς στιγμής βρήκε φριχτό θάνατο, η Λουκία πήρε λίγες μέρες άδεια και μετά από τις ερωτήσεις της αστυνομίας γύρισε στη δουλειά. Το project το κέρδισε η εταιρία, χάρη στις ικανότητες της Λουκίας και της ομάδας και σύντομα εκείνη πήρε προαγωγή.
Μέχρι τώρα ακόμη δεν θυμάται τι έγινε και πως από το γραφείο του Ξάνθιππου βρέθηκε με το κεφάλι χτυπημένο στο δικό της, αλλά ο γιατρός είπε ότι θα πάρει χρόνο για να θυμηθεί.