ΕΝΑΣ ΡΑΒΕΙ ΑΛΛΟΣ ΞΗΛΩΝΕΙ
«Η αλήθεια κάνει το Διάβολο να κοκκινίζει»
Το βλέμμα του Σωκράτη σταμάτησε στη συγκεκριμένη φράση. Θα είχε διαβάσει το συγκεκριμένο κείμενο ουκ ολίγες φορές, αλλά τώρα που το κοιτούσε του φαινόταν ολότελα καινούργιο. Λες και αυτή η φράση εμφανίστηκε εκείνη τη στιγμή για να τον βάλει σε σκέψεις. Τι ήθελε να πει ο ποιητής; Και γιατί να του το πει τώρα , τι στιγμή που και ο ίδιος βρισκόταν σε μια σοβαρή κατάσταση.
Διάβαζε ότι έπεφτε στο χέρι του, από φιλοσοφικές μελέτες μέχρι Άρλεκιν, για να έχει σφαιρική γνώση και να μπορεί αν πει μια κουβέντα αν χρειαζόταν στην κατάλληλη περίσταση. Αλλά σχεδόν ποτέ δεν το έκανε γιατί πάντα τη θέση τους έπαιρναν λίγες κλασικές κουβέντες, πολλές από τις οποίες καμία σχέση δεν είχαν με την πραγματικότητα. Ας όψεται όμως η ανάγκη.
Μεγάλο ταλέντο στη ραπτική, το πήρε από τη συγχωρεμένη τη γιαγιά του , πέρασε από τους πρώτους στη σχολή του. Αλλά του ήταν πολύ δύσκολο να βρει δουλειά καθώς πάντα τα φθηνά γυναικεία χέρια και οι στραβές ιδέες κάποιων κυρίων του έκλειναν τις πόρτες. Και εκεί που έβλεπε τα όνειρα του να καταρρέουν, βρήκε τον Λεό.
Λεωνίδας το κανονικό, μέτριος μοντελίστ άλλα τρομερός γαλίφης. Μπορούσε να πείσει κάθε κυρία που περνούσε την πόρτα του μαγαζιού ότι ήταν τυχερή που τον επέλεξε και πως το συγκεκριμένο φόρεμα που εκείνος επέλεξε για εκείνη ήταν το ιδανικό, το τέλειο, το απόλυτο.
Ο Λεό τον πήρε στο μαγαζί του γιατί είδε το ταλέντο του και μαζί δημιούργησαν αριστουργήματα κάνοντας το μαγαζί ένα από τα καλύτερα στο είδος του.
Όσο ο Σωκράτης ήταν στο ατελιέ όλα ήταν καλά, τα πρώτα δυο χρόνια. Μετά όμως ο Λεό του ζήτησε να βγει έξω και αυτός για να γνωρίσει τις πελάτισσες που τόσα καλά είχαν ακούσει για εκείνον τόσο καιρό.
Με τα χίλια ζόρια τον έπεισε και άλλαξε και το όνομα του για να ταιριάζει με το κλίμα. Μπορεί μέσα να ήταν ο Σωκράτης, έξω όμως ήταν ο Τάκης.
Αυτό μπορούσε να το ανεχτεί, ήταν κάτι που το έβλεπε και ως παιχνίδι πολλές φορές. Αυτό που τον ενοχλούσε όμως , από τη στιγμή που ο Λεωνίδας του έκανε εκείνο το μικρό «σεμινάριο», ήταν τα επαγγελματικά ψέματα. Να πρέπει να λέει το άσπρο για μαύρο και το στραβό για ορθό συμφωνώντας με το συνεργάτη του όταν εκείνος ή οι πελάτισσες ζητούσαν τη γνώμη του. Του ήταν αδύνατο να παραβλέπει χτυπητά λάθη στην επιλογή ενός ρούχου ή κάποιο στραβό σημείο στην πελάτισσα που το συγκεκριμένο ρούχο όχι απλά δεν έκρυβε αλλά τόνιζε μερικές φορές. Έτσι πίεζε τον εαυτό του, μουρμούριζε μια απάντηση και για ώρα χανόταν στο ατελιέ. Εκεί το κοντό ήταν κοντό και όχι μακρύ. Προσπάθησε να πείσει τον Λεωνίδα να αλλάξει τους τρόπους του ή να μην τον βάζει κι αυτόν στο παιχνίδι του, αλλά πάντα εκείνο έβρισκε κόλπα και επιχειρήματα για να τον τουμπάρει. Έτσι πέρασαν άλλα δυο χρόνια, που όμως τον βοήθησαν δημιουργικά.
Αφού το μόνο πρόβλημα ήταν αυτό έπρεπε να κάνει κάτι για να μην χάσει ούτε το μαγαζί και τη συνεργασία με τον Λεωνίδα, που εν τω μεταξύ του είχε δώσει μεγάλη προαγωγή και τον θεωρούσε ισάξιο του στο μερίδιο των κερδών, αλλά και να μην χρειάζεται να το παίξει ψεύτης που δεν του πήγαινε ούτε φυσικά του ήταν δυνατό να πει όσα στραβά έβλεπε σε κάθε πελάτισσα.
Κάπου εκεί ήταν που το συγκεκριμένο κείμενο έκανε την εμφάνιση του, για να δείξει αυτό που ο ίδιος σκεφτόταν, σαν επιβεβαίωση. Την ίδια εποχή είχε γνωρίσει την Λίνα, φοιτήτρια σε σχολή θεάτρου και λάτρη των σχεδίων του. Σε μια από τις συζητήσεις τους μοιράστηκε τον προβληματισμό του και εκείνη του έδωσε τη λύση. Του έμαθε κάποια κόλπα που του εξασφάλιζαν τα λιγότερα ψέματα και ένα Λεωνίδα ανίκανο να πει η να κάνει κάτι αφού την ίδια στιγμή ο πελάτης θα ψώνιζε, ίσως και περισσότερο.
Αυτό λειτούργησε; Δεν ξέρω. Αν περάσετε από το μαγαζί του Λεό και του Τάκη μπείτε να δείτε και μην ψωνίσετε...