ΚΑΘΕ ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΥΠΟΣΧΕΣΗ

2021-08-24

Το δειλινό τους βρήκε στο μέρος που είχαν ορίσει. Όταν οι Μοίρες τους χώρισαν και έστειλαν τον ένα στη δύση και τον άλλο στην ανατολή, είχαν δώσει μια υπόσχεση. Ότι και αν συμβεί, όπως και αν ήταν, θα βρισκόταν εδώ κάτω από τον βράχο της Ακρόπολης. Εκεί που γνωρίστηκαν, που έγιναν φίλοι αδελφικοί και που έζησαν τα ωραιότερα τους χρόνια.

Ο Μηνάς και ο Λουκάς γεννημένοι και οι δυο στην τσιμεντούπολη αγαπούσαν τις εξερευνήσεις. Ελεύθερα πνεύματα, δεν τους χώραγε η μικρή γειτονιά. Που τους έχανες τον καθένα πάνω σε ένα ποδήλατο να αλωνίζουν δρόμους και στενά, πρώτα τα κοντινά και αργότερα όλο και πιο μακριά. Έτσι ο δρόμος τους έσμιξε και όταν ανακάλυψαν ότι μοιραζόταν το ίδιο πάθος έγιναν αχώριστοι. Χαρτογράφησαν με το δικό τους τρόπο δρόμους, γειτονιές και συνοικίες. Πάντα μαζί και πάντα ο ένας δίπλα στον άλλο. Σε χαρές, λύπες, έρωτες και απογοητεύσεις το χέρι του Μηνά έβρισκε πάντα εκείνο του Λουκά και σήκωνε ο ένας τον άλλο.

Τα χρόνια πέρασαν και τα παιδιά έγιναν άνδρες. Μπορεί πλέον να μην καβαλούσαν ποδήλατα αλλά μηχανές, τη αγάπη όμως για αποδράσεις από τη ρουτίνα πάντα την είχαν. Και ο μεγάλος δρόμος κάτω από την Ακρόπολη ήταν σχεδόν πάντα ο προορισμός τους. Πάρκαραν κοντά στο Διόνυσο και μετά βόλταραν μέχρι το Θησείο, το Λόφο του Φιλοπάππου και το Κουκάκι. Μιλούσαν για τη δουλειά, τα σχέδια για το μέλλον, τις ανησυχίες τους.

Αρχιτέκτονας ο Μήνας ήθελε να ταξιδέψει και να μάθει τρόπους και τεχνοτροπίες από τα μεγάλα μυαλά της δύσης και γιατί όχι να βρει και μια καλή δουλειά. Πιο πρακτικός ο Λουκάς, που δεν άφηνε νέο για την τεχνολογία να μην το διαβάσει, ήθελε να βρεθεί στην πηγή της βιομηχανίας όλων των τεχνολογικών επιτευγμάτων και το βλέμμα του στρεφόταν στην ανατολή. Έδινε θάρρος ο ένας στον άλλο, κουράγιο και βοήθεια σε κάθε βήμα και ένα δειλινό ήπιαν το τελευταίο τους κρασί πριν οι δρόμοι τους χωρίσουν. Καθώς τσούγκριζαν έδωσαν την υπόσχεση να σμίξουν μετά από δέκα χρόνια. Ρομαντικές καρδιές χωρίς να γνωρίζουν που θα τους βγάλει ο δρόμος.

Ο Μηνάς ταξίδεψε, γνώρισε, έμαθε και έπαθε. Πικράθηκε και γλυκάθηκε και στο τέλος φτασμένος πια βρήκε το λιμάνι του σε μια συνοικία της αμερικάνικης μεγαλούπολης. Η δουλειά του σε μια μεγάλη κατασκευαστική εταιρία του απέφερε πολλά και η γνωριμία του με μια γλυκιά τεξανή τον έκανε οικογενειάρχη. Το σπίτι που εκείνος δεν έχτισε καλά όμως γκρεμίστηκε εν μια νυκτί και μαζί με την μισή περιουσία του έχασε και την ηρεμία του. Του πήρε σχεδόν δυο χρόνια να συνέλθει.

Η ιστορία του Λουκά ήταν διαφορετική αλλά πιο μοναχική. Γέμισε τη ζωή του με κάθε λογής τεχνολογικό επίτευγμα, την ψηφιοποίησε έκλεισε έξω κάθε χαρά. Ικανοποιούσε τον πόθο του όποτε ήθελε με διαφορετική κοπέλα πληρωμένη γι'αυτό και η λέξη αγάπη ήταν απλά χωρίς ουσία γιατί γινόταν ηλεκτρονικά. Η περιουσία του αυξανόταν μαζί με την μονοτονία και την έλλειψη τρυφερότητας. Ήταν λες και είχε αρχίσει να γίνεται ρομπότ.

Ένα τηλέφωνο και ένα γράμμα έφεραν τους δυο άνδρες από τις άκρες της Γης στην ίδια πόλη. Ένας γάμος και μια κηδεία τους υπενθύμισαν την ύπαρξη ενός άλλου κόσμου, μιας ιστορίας που έζησαν αλλά παραλίγο να ξεχάσουν και όταν και οι δυο αντίκρισαν τον Ιερό Βράχο κάτι σκίρτησε μέσα τους. Βρήκε ο ένας τον άλλο και αυτό το βράδυ πίνοντας το ίδιο κρασί μίλησαν και άνοιξαν τις καρδιές τους. Είπαν τις ιστορίες τους, γέλασαν και έκλαψαν παρέα.

«Κάθε ιστορία είναι μια υπόσχεση» είπε ο Μηνάς και άπλωσε το δεξί του χέρι

«Υπόσχομαι τότε, όχι έτσι όμως. Με το αριστερό, της καρδιάς»

Έδωσαν τα χέρια, αγκαλιάστηκαν και από εκείνο το βράδυ δεν χώρισαν όσα μίλια και αν τους χώριζαν. Μια φιλία ριζωμένη σε τόσο γερά θεμέλια, δεν γκρεμίζεται όσα χρόνια και αν περάσουν.

Η Μαγεία της γραφής
Υλοποιήθηκε από τη Webnode
Δημιουργήστε δωρεάν ιστοσελίδα! Αυτή η ιστοσελίδα δημιουργήθηκε με τη Webnode. Δημιουργήστε τη δική σας δωρεάν σήμερα! Ξεκινήστε