ΛΑΟΥΤΟ ΚΑΙ ΒΙΝΥΛΙΟ
Περπατώντας στα σοκάκια της πόλης έφτασα μπροστά σε ένα παλιό δισκοπωλείο. Αυτά τα μαγαζιά παλιότερα τα έβρισκες σχεδόν σε κάθε γειτονιά και πάντα γεμάτα. Τα πήρε και τα σήκωσε όμως η εξέλιξη και η κρίση και τώρα πλέον ήταν δυσεύρετα. Μιας και βρέθηκα όμως εκεί θεώρησα καλή ιδέα να μπω και να χαζέψω.
Μπαίνοντας μέσα ήταν λες και βρέθηκα σε μια άλλη εποχή. Στους τοίχους αμέτρητες αφίσες ελληνικών και ξένων συγκροτημάτων και στο κέντρο ακριβώς πάνω από το ταμείο μια μεγάλη ζωγραφιά του Bob Marley. Όλος ο χώρος μύριζε κάτι ανάμεσα σε πολυκαιρισμένο δερμάτινο μπουφάν που μόλις βγήκε από τη ντουλάπα και σε βαρύ χαρμάνι κουβανέζικου πούρου. Το δεύτερο μισό οφειλόταν σε ένα από αυτά που σιγόκαιγε στο τασάκι του τραπεζιού στο βάθος. Ανάμεσα σε στοίβες από δίσκους και δισκάκια μοναδικό σημάδι ζωής ήταν ο λιπόσαρκος ιδιοκτήτης του. Περασμένα τα εξήντα, είχε κρατήσει όμως το στυλ της εποχής του. Τα άσπρα του μαλλιά μακριά και ανέμελα έπεφταν στους ώμους του και ώρες ώρες χυνόταν χωνόταν μπροστά από τα γυαλιά του. τότε σταματούσε το παίξιμο του εγχόρδου που κρατούσε, ένα μεγάλο καλοφτιαγμένο λαούτο, για να τα ταχτοποιήσει και να συνεχίσει. Σε μια από αυτές τις σχεδόν τελετουργικές του κινήσεις το μάτι του έπεσε πάνω μου.
-Συγνώμη παλικάρι, δεν σε πήρα χαμπάρι. Όταν παίζω ξεχνιέμαι. Ψάχνεις κάτι; Να σε βοηθήσω;
Κάνοντας τον ευσυνείδητο πελάτη ρώτησα για κάτι τίτλους που μου ήρθαν στο μυαλό και δήλωσα πως ήταν για δώρο σε ένα φίλο που του αρέσουν οι δίσκοι.
-Εδώ θα είναι αυτά που ψάχνεις. Θα τα βρούμε, αν όντως τα θες. Αλλά αν είναι να με βάλεις να ψάξω για να τα δεις μόνο μπορώ να στα δείξω και εδώ.
Και σήκωσε ένα χοντρό ντοσιέ από το διπλανό ράφι. Μέσα στα φύλλα διαφάνειας, που βρισκόταν κατά δεκάδες εκεί μέσα, είχε φωτογραφίες από δεκάδες εξώφυλλα. Θαύμασα τη μεγάλη του συλλογή.
-Εμένα που με βλέπεις έχω ψάξει ακόμα και στα σκουπίδια και δεν ξέρεις τι θησαυρούς βρήκα εκεί. Δίσκοι που πλέον δεν υπάρχουν και κάτι άσχετοι του είχαν πετάξει λες και είναι σαβούρα! Άκουσον άκουσον! Σαβούρα τα βινύλια! Για μας παλικάρι μου αυτά είναι η ζωή μας.
Μερικές φορές λες και κάποια δύναμη ωθεί τους συνομιλητές μου να με εμπιστευτούν τόσο ώστε να μου ανοίξουν την καρδιά τους και να μου πουν ότι τους βαραίνει. Το ίδιο συνέβη και με τον Λευτέρη, γιατί αυτό ήταν το όνομα του. Αφού με ρώτησε αν θέλω καφέ ή αν βιαζόμουν, χωρίς καν να αφήσει το λαούτο από τα χέρια, μου έκανε νόημα να καθίσω. Σήκωσα μια συλλογή των Beatles τυλιγμένη σε πλαστικό και έκατσα στη μικρή δερμάτινη πολυθρόνα.
-Εμένα που με βλέπεις λεβέντη δυο πράγματα έχω αγαπήσει. Τη μουσική και τα ταξίδια. Μικρός τα παιρνα τα γράμματα και οι δικοί μου ήθελαν να γίνω δικηγόρος σαν τον θειο μου. Αλλά δεν μου πήγαινε να στέκομαι ψηλά και να κρίνω ποιος θα πάει φυλακή και ποιος όχι. Εγώ κρυφά έμαθα τούτο εδώ το όργανο και μαζί με τους κολλητούς μου, την ομάδα των Μετεξεταστέων όπως γίναμε γνωστοί, γυρίσαμε τον κόσμο δυο φορές. Όταν βαρεθήκαμε ανοίξαμε τούτο εδώ το μαγαζί για να αφοσιωθούμε στην άλλη μας αγάπη. Και από την παρέα των Μετεξεταστέων έμεινα μόνος, με τους δίσκους και το λαούτο μου να θυμάμαι και να παίζω. Και θα συνεχίσω όσο Εκείνος εκεί πάνω το θέλει. Όταν μου σφυρίξει θα τα αφήσω όλα και θα πάω να βρω την παρέα για άλλα ταξίδια. Τώρα θα μου πεις γιατί στα λέω. Κάτι μου βγάζει, μου θυμίζεις τα νιάτα μου. Αν θες τους δίσκους έλα πάλι αύριο. Θα στους βρω και από χρήμα θα το κανονίσουμε.
Το πε και το κανε. Λες και με περίμενε. Από το πρωινό εκείνο ο Λευτέρης βρήκε κάποιον να λέει τις ιστορίες του και εγώ εκτός από μερικά σπάνια βινύλια βρήκα και ένα σπάνιο άνθρωπο και μια αστείρευτη πηγή ιστοριών.