Μια Λίρα για ένα χαμόγελο

2019-03-08

Μια όμορφη μελαχρινή κοπέλα τραβούσε φωτογραφίες στο χώρο. Ή τουρίστρια ή δημοσιογράφος ήταν, σκέφτηκε. Πιο πιθανό θεωρούσε το δεύτερο καθώς χρησιμοποιούσε επαγγελματική μηχανή και όχι κινητό. Πάντως από τη χαρά που έβγαζε με τις κινήσεις της έδειχνε ότι απολάμβανε τη δουλειά της, όποια κι αν ήταν. Καμιά σχέση με τη σερβιτόρα του μαγαζιού που μετέφερε μηχανικά τις παραγγελίες από τραπέζι σε τραπέζι. Σπάνια χαμογελούσε και αυτό αν ο πελάτης ήταν πολύ ευγενικός απέναντι της. Όλες τις άλλες στιγμές το πρόσωπο της έπαιρνε μια πονεμένη έκφραση. Θα ορκιζόταν πως για μια στιγμή είδε ένα δάκρυ να κυλάει από το δεξί της μάτι πάνω στο μάγουλο και από εκεί να πέφτει στο πάτωμα.

Κάτι δεν πήγαινε καλά. Η δαιμόνια διαίσθηση του δεν έκανε ποτέ λάθος. Όλα αυτά τα χρόνια με τόσους ανθρώπους που είχε συναντήσει έφτανε μια ματιά για να καταλάβει τι ένιωθαν, αν έλεγαν αλήθεια ή ψέματα και γενικά αν ήταν ευτυχισμένοι ή δυστυχισμένοι. Και αυτή η κοπέλα ήταν πολύ δυστυχισμένη. Η καρδιά του σφίχτηκε, λες ήταν εκείνος που βρισκόταν στη συγκεκριμένη ψυχολογική κατάσταση και όχι εκείνη.

Δεν θα το άφηνε έτσι. Θα προσπαθούσε να μάθει και μπορούσε να βοηθήσει. Της έκανε νόημα να πλησιάσει. Είδε τα μελιά και γεμάτα θλίψη μάτια της καθώς τον κοιτούσαν. Δυο τούφες από τα μαύρα της μαλλιά έπεφταν δεξιά και αριστερά από το πρόσωπο της μέχρι τα αυτιά της κρύβοντας τα σκουλαρίκια από το οπτικό του πεδίο.

-Παρακαλώ; Η φωνή της γλυκιά και πικρή ταυτόχρονα τον έκανε να σταματήσει την παρατήρηση και να την κοιτάξει και πάλι στα μάτια.

- Μια λίρα για ένα σου χαμόγελο! Είπε αυθόρμητα. Τελειώνοντας τη φράση της χαμογέλασε αποκαλύπτοντας τα λευκά περιποιημένα του δόντια.

Η κοπέλα έμεινε για μια στιγμή ακίνητη και αμίλητη σαν άγαλμα. Σαν να μην κατάλαβε τι άκουσε.

-Τι ; ρώτησε μόλις συνήλθε

-Μια λίρα. Μια χρυσή λίρα για ένα χαμόγελο. Είναι καλή τιμή δε νομίζετε;

Συνέχισε να χαμογελάει καθώς εκείνη κατέβασε το βλέμμα και φάνηκε να κοκκινίζει.

-Για να με κοροϊδέψετε με φωνάξατε; Είστε με τα καλά σας;

-Δεν έχω καμία πρόθεση να κοροϊδέψω και δόξα το Θεό είμαι μια χαρά. Είπα κάτι κακό; Κάτι προσβλητικό ίσως;

Όταν τον ξανακοίταξε το βλέμμα της έδειχνε εκνευρισμό, αν όχι θυμό.

-Αφήστε τα αστεία κύριε. Εδώ δουλεύω. Αν θέλετε να πειράξετε καμία να πάτε αλλού. Μη συνεχίζετε γιατί θα φωνάξω το αφεντικό!

-Καλά! Συγνώμη, δεν ήθελα να σε φέρω σε δύσκολη θέση. Απλά είπα να πω κάτι μήπως και σου φτιάξω τη διάθεση. Φαίνεται ότι κάτι σε βασανίζει και είπα να ελαφρύνω την ατμόσφαιρα. Ούτε για μια στιγμή δε θέλησα να ε κοροϊδέψω, να σε πειράξω ή να σε προσβάλω. Και αν το έκανα άθελα μου θέλω να σου ζητήσω και πάλι συγνώμη.

Το χαμόγελο του είχε φύγει. Αλλά η έκφραση του ήταν γλυκιά και τα μάτια του γαλάζια και φωτεινά. Εκείνο το βλέμμα που είχε τώρα έμοιαζε με ενός γάτου που μόλις είχε κάνει αταξία και περίμενε την τιμωρία από τα αφεντικά του. Το βλέμμα αυτό μαζί με την απολογία έκανε την κοπέλα να γλυκάνει λίγο. Ο εκνευρισμός υποχώρησε και πήρε το ίδιο κρύο ύφος.

-Δεν είναι τα αστεία για όλες τις ώρες ξέρετε. Όλοι έχουμε προβλήματα αλλά δε νομίζω ότι γνωριζόμαστε τόσο καλά για να σας έχω δώσει κάποιο θάρρος. Θα πάρετε κάτι άλλο;

-Ένα ποτήρι φυσικό χυμό πορτοκάλι...και ένα χαμόγελο!

-Συνεχίζετε;

-Κακό είναι; Δεν κοστίζει σε όποιον το δίνει και κάνει χαρούμενο αυτόν που το δέχεται. Εκτός αν επισκεφτήκατε πρόσφατα οδοντίατρο και γι'αυτό ο δισταγμός.

Η τελευταία πρόταση της φάνηκε αστεία. Ένα αυθόρμητο γελάκι βγήκε και δυο σειρές ολόλευκα δόντια φάνηκαν κάτω από τα χείλι με το ροζ κραγιόν.

-Είδες; Τόσο απλό ήταν!

Συνέχισε να χαμογελάει. Το πρόσωπο της ήταν πολύ πιο όμορφο όταν χαμογελούσε. Τα μάτια της φαινόταν πιο λαμπερά και δυο λακκάκια έκαναν την εμφάνιση τους θυμίζοντας του τα παιδικά και ανέμελα του χρόνια.

Με ένα χαμόγελο έφυγε και σε λίγο γύρισε με το χυμό. Τον άφησε και γύρισε να φύγει.

-Με συγχώρησες δηλαδή να υποθέσω;

-Συγχωρεμένος. Του είπε πιο χαμηλόφωνα και συνέχισε τη δουλειά της.

Είδε πως ή κίνηση αυτή είχε αποτέλεσμα καθώς την έπιασε δυο τρεις φορές να κινείται πιο ανάλαφρα, να χαμογελάει σε πιο πολλούς πελάτες και όποτε περνούσε κοντά από το τραπέζι του να του σκάει ένα χαμόγελο το οποίο της ανταπέδιδε πάντα.

Λίγη ώρα μετά σηκώθηκε και έφυγε αθόρυβα αλλά με εύθυμη διάθεση. Η πρώτη κίνηση έγινε. Τώρα θα περίμενε την επόμενη.

Στο τραπέζι μαζί με το λογαριασμό υπήρχαν τα χρήματα και ενώ μάζευε τα ποτήρια η κοπέλα πρόσεξε ένα μικρό άσπρο φάκελο. Εκείνος ο παράξενος άνδρας πρέπει να το ξέχασε. Το πήρε για να τρέξει να τον προλάβει αλλά η έκπληξη της ήταν μεγάλη όταν είδε γραμμένο το όνομα της πάνω στο φάκελο. Τον άνοιξε και έβγαλε μια κάρτα. Ήταν μια λευκή επαγγελματική κάρτα που στη μια πλευρά έγραφε:

«Ε. Παλαιολόγος

Αντικέρ»

Και ένα τηλέφωνο. Στην πίσω μεριά κάποιος είχε γράψει με στυλό. «Ξεκίνα τη μέρα σου με χαμόγελο και τα προβλήματα θα φαίνονται πιο μικρά από όσο είναι. Σε ευχαριστώ για το χαμόγελο. Άξιζε παραπάνω.»

Ο φάκελος φαινόταν να έχει κάτι ακόμα. Τον γύρισε και κάτι μεταλλικό έπεσε στο χέρι της. Σαν πόρπη, μανικετόκουμπο ή μεταλλικό κουμπί. Όταν το σήκωσε στο φως έπαθε σοκ και κάθισε στην πρώτη καρέκλα που βρήκε. Ήταν μια λίρα, μια χρυσή λίρα.

Η Μαγεία της γραφής
Υλοποιήθηκε από τη Webnode
Δημιουργήστε δωρεάν ιστοσελίδα! Αυτή η ιστοσελίδα δημιουργήθηκε με τη Webnode. Δημιουργήστε τη δική σας δωρεάν σήμερα! Ξεκινήστε